Οι εορταστικές μέρες που πλησιάζουν είναι αφιερωμένες στη μεγάλη Οντότητα που αποκαλούμε Χριστό, και αναφέρονται σε δύο σπουδαία επεισόδια της γήινης πορείας Του, τη γέννηση και τη βάφτιση.
Είναι τώρα καιρός να στοχαστεί κανείς πάνω στο νόημα αυτών των επετειακών ημερών, ημερών μνήμης. Αποτινάζοντας την επιπολαιότητα της εθιμοτυπικής χρυσόσκονης, ας κοιτάξουμε πιο βαθιά, πιο σοβαρά, ας αναζητήσουμε κάποιες ξεχασμένες ή και παραποιημένες αλήθειες.
Πρώτα απ΄όλα, η λέξη «Χριστός» δεν είναι όνομα αλλά τίτλος, αξίωμα. Έρχεται από τη βαθιά αρχαιότητα και τα ιερά Μυστήριά της, και δινόταν στο Πρόσωπο εκείνο, το οποίο έφτανε, μέσα από υψηλή Καθοδήγηση του Διδασκάλου-Ιεροφάντη και τους προσωπικούς του αγώνες, στο επίπεδο της σοφίας και της αγνότητας όπου μπορούσε να λάβει το «χρίσμα», να χριστεί, γι΄αυτό και ο τίτλος του Χριστού ή Χρισμένου. Το χρίσμα ήταν η επισφράγιση της επίτευξης μιας υψηλής Μύησης, δηλαδή πνευματικής ανόδου σε υψηλό σκαλοπάτι της εξελικτικής κλίμακας και του αναγνωριζόταν Άνωθεν το αξίωμα του Βασιλέως –Βασιλέως του πνεύματος βέβαια. Κι αυτό σήμαινε κυριαρχία και εξουσία όχι μόνο πάνω στη δική του φύση αλλά και στις δυνάμεις της περιβάλλουσας Φύσης. Σήμαινε απόκτηση θαυμαστών ικανοτήτων και ιδιοτήτων. Γιατί ο Χριστός δεν ήταν πλέον απλώς άνθρωπος αλλά Άνθρωπος-Θεός.
Με το πέρασμα του χρόνου το χρίσμα απονεμόταν εθιμοτυπικά σε ανθρώπους που στέφονταν βασιλείς, επίγειοι πλέον και συνήθως με κανένα γνώρισμα του αληθινού Μυημένου.
Στην πραγματικότητα, η απόκτηση του τίτλου «Χριστός» σήμαινε την τέλεια απορρόφηση (ή ταύτιση) του κατώτερου θνητού εαυτού με τον Θεϊκό Ανώτερο Εαυτό. Αλλά η πορεία προς αυτό το μέγιστο πνευματικό επίτευγμα ξεκινά με τη γέννηση, μια γέννηση μάλιστα σε ταπεινό περιβάλλον –καλύβα ή σπηλιά. Αυτό έχει το νόημά του, και το νόημα είναι ότι μέσα στη συνειδητότητα της ταπεινής προσωπικότητας αφυπνίζεται («γεννιέται») η αντίληψη του Ανώτερου και η αίσθηση της αληθινής αγάπης. Έτσι, το «σπήλαιο» υπονοεί όχι μόνο την ακόμα ταπεινή και ατελή συνείδηση αλλά και την καρδιά, το όργανο της αγάπης και της θυσίας.
Όμως, και κάτω από αυτές τις συνθήκες η γέννηση του Χριστικού Στοιχείου (συνειδητότητας) είναι μεγάλο θαύμα και η απαρχή μιας ακολουθίας θαυμάτων, όλο και μεγαλύτερων, μέχρι την τελική Κορύφωση –το ανώτατο πνευματικό επίτευγμα που είναι δυνατό μέσα στα πλαίσια του παρόντος Κοσμικού Κύκλου.
Ο νοήμων άνθρωπος κατανοεί ότι όλα τα γεγονότα που αφορούν τη Θεία Γέννηση συνιστούν το μυθολογικό στοιχείο ενός σπουδαίου ψυχικού γεγονότος. «Μυθολογικό» δεν σημαίνει ψευδές βέβαια, αλλά συμβολικό. Άλλωστε, οι μύθοι δεν ψεύδονται ποτέ, αρκεί να διαβάζονται με διεισδυτικό και απροκατάληπτο μάτι.
Η ιστορία του Χριστού λοιπόν είναι ντυμένη με μυθολογικά στοιχεία που έρχονται από μια πολύ μακρινή αρχαιότητα –πολύ πιο μακρινή απ΄όσο θα τολμούσε να υποθέσει και η πιο τολμηρή ακαδημαϊκή επιστήμη. Εντούτοις, έτσι έχουν τα πράγματα.
Η έννοια «Χριστός» έχει περισσότερες της μιας σημασίας. Έτσι, υπάρχει η έννοια του Μυθικού Χριστού, του Μυστικού Χριστού, του Ιστορικού Χριστού, ακόμη και του Κοσμικού Χριστού.
Ο Μυθικός Χριστός αφορά στα συμβολικά-αλληγορικά στοιχεία της ιστορίας της ζωής ενός Παγκόσμιου Ήρωα-Σωτήρα, όπως είναι για παράδειγμα, ο θαυμαστός τρόπος σύλληψης και γέννησης, οι χρόνοι των κομβικών επεισοδίων της ζωής του κ.τ.λ.
Ο Μυστικός Χριστός αναφέρεται στο στοιχείο, το οποίο ο Απόστολος Παύλος ορίζει ως «ο Χριστός εν ημίν, η ελπίς της δόξης», δηλαδή το θεϊκό, αθάνατο στοιχείο, ή ο Ανώτερος Εαυτός του ανθρώπου. Ο κατώτερος εαυτός, η Προσωπικότητα, πρέπει να «καταβροχθίσει», μεταφορικά, (να φάει τη «σάρκα» και να πιεί το «αίμα» του εσωτερικού Χριστού, του Πνεύματος της αγάπης και σοφίας) για να σωθεί από τη θανατηφόρα αμαρτία (άγνοια).
Ο Ιστορικός Χριστός αναφέρεται στη συγκεκριμένη Προσωπικότητα που γεννήθηκε και περπάτησε πριν από 2.000 χρόνια (περίπου) στη γη της Παλαιστίνης. Τα πραγματικά γεγονότα της ζωής Του είναι συνυφασμένα με τα μυθολογικά κατά τρόπο αξεδιάλυτο, καθώς η παρουσία Του δεν έχει καταγραφεί από κανέναν ιστορικό της εποχής εκείνης. Κι έτσι, οι μόνες πηγές που διαθέτουμε είναι τα Ευαγγέλια, τα οποία έχουν γραφτεί μερικούς αιώνες αργότερα, κι επιπλέον έχουν υποστεί κάποιες προσθήκες και «διορθώσεις» από «ευσεβή» χέρια ορισμένων Πατέρων της εκκλησίας. Παρά ταύτα, στους λόγους που Του αποδίδονται αναγνωρίζει κανείς την ίδια πανάρχαιη Διδασκαλία με τις βασικές αρχές της, την οποία κάθε πνευματικός Διδάσκαλος της ανθρωπότητας έχει διακηρύξει, προσαρμόζοντάς την στις ανάγκες της εποχής του, και χρωματίζοντάς την με τα χρώματα της προσωπικής Του ιδιοφυϊας.
Τέλος, ο Κοσμικός Χριστός είναι συλλογικός όρος και αφορά τις στρατιές των ανώτερων Όντων που με διάφορους τρόπους βοήθησαν, προστάτεψαν και καθοδήγησαν τα ανθρώπινα όντα. Πρώτα απ΄όλα, εμφυτεύοντάς τους την καθαρά ανθρώπινη αντίληψη και αυτοσυναισθησία, οδηγώντας τους έξω από τη ζωώδη κατάσταση. Είναι, συλλογικά, ο Προμηθέας που έδωσε στους ανθρώπους την «ιερή φωτιά» -την αυτοσυνείδηση και τη διάκριση καλού και κακού- με βαρύτατο τίμημα για τη συμπονετική του πράξη. Ανώτερα Όντα δίδαξαν στην ανθρωπότητα όλες τις ευγενείς τέχνες και επιστήμες, έγιναν ηγέτες, εκπαιδευτές, εκπολιτιστές, από εποχές ασύλληπτης αρχαιότητας. Η κακομοίρικη ακαδημαϊκή ιστορία των ελάχιστων τελευταίων χιλιετιών βρίσκεται σε βαθύ σκοτάδι σχετικά με αυτά τα γεγονότα, αλλά η παγκόσμια παράδοση και μυθολογία διέσωσε αυτή την ξεχασμένη Ιστορία, έστω και καλυμμένη με αλληγορίες και υπαινιγμούς.
Κάθε ανθρώπινη συνειδητότητα που φωτίζεται από τον θεϊκό-χριστικό σπινθήρα κατανοεί ότι η έννοια του Χριστού είναι αλληλένδετη με την έννοια της Θυσίας. Και δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά, αφού Χριστός σημαίνει Αγάπη, και Αγάπη χωρίς αυτοθυσία δεν υπάρχει.
…συνεχίζεται