Χαιρετίζουμε τη νέα αρχή των συναντήσεών μας στο όνομα του Γενικού Καλού και των ορατών και αοράτων Εκπροσώπων και Εκφραστών του.
Η νέα αρχή μας βρίσκει σε συνθήκες δυσχερέστερες, τόσο σε ατομικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Παρ΄όλα αυτά όμως, και ακριβώς ενάντια σ΄αυτά τα προβλήματα, η προσπάθειά μας πρέπει να συνεχιστεί, και όχι μόνο να συνεχιστεί αλλά και να ενταθεί. Διότι μέσα στο κλίμα του ζόφου και τη φοβερή οσμή της αποσύνθεσης, η ανάγκη για μερικές εστίες καθαρότητας και πνευματικότητας είναι τεράστια.
Αν η ανάγκη είναι τεράστια, τότε εξίσου τεράστια είναι και η ευθύνη αυτών που έχουν ενταχθεί σε τέτοιες πνευματικές εστίες. Δυστυχώς, η εμπειρία έχει δείξει ότι δεν είναι πολλοί εκείνοι που έχουν συνειδητοποιήσει τη βαρύτητα και την ευθύνη του εγχειρήματος. Η θλιβερή πραγματικότητα έχει φανερώσει το δυσάρεστο πρόσωπό της στο γεγονός ότι στις εν λόγω εστίες δεν έχει επιτευχθεί η συνθήκη εκείνη, η οποία είναι το Α και το Ω για την ευόδωση οποιασδήποτε προσπάθειας. Μιλάμε για την ιεροπρέπεια. Είναι δυνατή οποιαδήποτε διασύνδεση με το Ανώτερο, οποιαδήποτε ανάταση και ψυχική κάθαρση χωρίς αυτή τη συνθήκη; Φυσικά, κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο.
Η ιεροπρέπεια όμως είναι κάτι εξαιρετικά λεπτεπίλεπτο και εύθραυστο. Δεν αντέχει κανενός είδους και βαθμού χοντροκοπιά. Η παραμικρή αγενής συμπεριφορά συνιστά θανάσιμο πλήγμα για την ατμόσφαιρα της ιερότητας. Αντιπαραθέσεις, υψηλοί τόνοι φωνής, ειρωνείες, προσβολές, είναι οι συνήθεις δράστες της δολοφονίας της ιερότητας. Δεν βλάπτουν όμως λίγο και οι αυθαιρεσίες στο λόγο, οι εκτός θέματος μακρηγορίες, και η φλυαρία πάνω σε ασήμαντα ή αδιάφορα ζητήματα.
Η ιεροπρέπεια είναι η γέφυρα με τον Ανώτερο Κόσμο. Τίποτα δεν μπορεί να αναπληρώσει ή να αντικαταστήσει αυτή την ιδιότητα. Δεν μπορεί να επιβληθεί ούτε με εξαναγκασμό ούτε με πειθώ ούτε με εκφοβισμό, καθώς δεν είναι γέννημα της λογικής, αλλά αναβλύζει αυθόρμητα από την καρδιά, και είναι ίδιον της ανώτερης, ανεπτυγμένης συνειδητότητας. Στην πραγματικότητα αποτελεί μια ουσιώδη αίσθηση της πνευματικά αφυπνισμένης συνειδητότητας και μόνον αυτής.
Δεν πρέπει να συγχέεται η ιεροπρέπεια με την ψευτοευλάβεια των «πιστών» των διαφόρων δογμάτων. Αυτή η τελευταία είναι μια επιβεβλημένη από την θρησκευτική παράδοση στάση, που λέει ότι «έτσι πρέπει», και επιπλέον εμπεριέχει πολλή ιδιοτέλεια, καθώς αναμένει επιβράβευση άνωθεν αλλά και επιδοκιμασία από τον περίγυρο. Είναι κάτι τεχνητό, επιφανειακό, και δεν πηγάζει από την καρδιά.
Η αληθινή αίσθηση του ιερού είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Είναι μια βαθιά, εσωτερική αναγνώριση και κατανόηση του Ανώτερου. Πέρα από λόγια και πόζες, αναδύεται μέσα από την καρδιά μια ευαίσθητη αντίληψη της ανωτερότητας, της χρησιμότητας, της ομορφιάς, αλλά και του αγνού και λεπτεπίλεπτου χαρακτήρα της Ανώτερης Υπόστασης. Αυτή η κατανόηση συνοδεύεται αναπόφευκτα με αισθήματα αγάπης, θαυμασμού, σεβασμού, έφεσης και δέους. Η αίσθηση της ιερότητας είναι όλα αυτά και άλλα ακόμη, μεταξύ των οποίων η συναίσθηση του χρέους και της υπευθυνότητας.
Όντας τέτοιας φύσης, η ιεροπρέπεια, δηλαδή η αίσθηση της ιερότητας, δεν μπορεί να φωλιάσει σε μια ζωώδη ή χυδαία συνειδητότητα. Κι έτσι, το μέτρο ανάπτυξης αυτής της ιδιότητας είναι και μέτρο της ανάπτυξης μιας συνειδητότητας.
Υποτίθεται ότι τα άτομα με πνευματικό προσανατολισμό, και ιδίως με γνώση της ύπαρξης των Μεγάλων Διδασκάλων, διαπνέονται κατ΄εξοχήν από αίσθημα ιεροπρέπειας. Τότε, γιατί συνεχώς σκοντάφτουμε πάνω σ΄αυτό το θεμέλιο λίθο; Τι φταίει; Η ολιγοπιστία; Η επιπολαιότητα; Η ανωριμότητα;
Ίσως κάτι από τα παραπάνω, ίσως όλα τα παραπάνω, κυρίως όμως, αν κοιτάξεις στοχαστικά, θα δεις ότι το βασικό αίτιο βρίσκεται σ΄αυτό το θορυβώδες, προπετές, υπερτροφικό εγώ, το οποίο δεδομένης ευκαιρίας, σηκώνεται και σκεπάζει με την άσχημη θωριά του κάθε Υψηλό και Ιερόπρεπο.
Είναι πραγματικά περίεργο το ότι, ενώ, λίγο πολύ, όλοι αναρωτιόμαστε συχνά γιατί δεν έχουμε πάει μακρύτερα, δεν βλέπουμε τη βασική αιτία: την καταπάτηση της θεμελιώδους προϋπόθεσης -της ιεροπρέπειας. Την οποία σκοτώνουμε καθημερινά, όλες τις ώρες, αλίμονο όμως ακόμη και στις πνευματικές μας συναθροίσεις, με την τραχύτητα, τους εκνευρισμούς, την αδιαφορία, και τις κοινοτοπίες.
Η αλήθεια είναι μία: άχρηστες είναι οι προσευχές, άχρηστοι οι διαλογισμοί, άχρηστα τα διαβάσματα, άχρηστα όλα, άχρηστες και οι ομάδες, χωρίς τη βίωση της καθαρτήριας, της ανυψωτικής ουράνιας γέφυρας -της φωτοφόρας ιεροπρέπειας.