Agni Yoga Hellas

ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΜΕΤΡΙΑ

Uncategorized

Θα εξετάσουμε σήμερα μια σπουδαία έννοια που συχνά παρανοείται, είναι όμως αναντικατάστατος παράγοντας για την επίτευξη αρμονίας και ισορροπίας. Μάλιστα συνδέεται άρρηκτα με τις δύο αυτές καταστάσεις -την αρμονία και την ισορροπία. Ποια είναι η έννοια αυτή; Είναι η έννοια της συμμετρίας.
Μερικοί ταυτίζουν την συμμετρία με τη μετριότητα -μέγα λάθος! Η συμμετρία όχι μόνο δεν σημαίνει μετριότητα, αλλά και δεν προάγει τη μετριότητα. Πώς θα ήταν δυνατόν η Άγκνι Γιόγκα, η Διδασκαλία του Υψηλού, να προπαγανδίζει τη μικρόψυχη μετριότητα;
Τι είναι λοιπόν η συμμετρία; Συμμετρία σημαίνει (συν-μέτρο) «σύμφωνα με το μέτρο»: σύμφωνα με το ορθό μέτρο, το μέτρο που απαιτεί κάθε κατάσταση για να επιτευχθεί η δυναμική, η ζωτικότητα και η ομορφιά αυτής της κατάστασης.

Η αναγκαιότητα του ορθού μέτρου είναι προφανής σε όλους τους τομείς. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της υγείας ή του σωματικού βάρους, καθένας γνωρίζει ότι τόσο η υπερβολή όσο και υστέρηση είναι βλαβερή, και τόσο περισσότερο όσο η απόκλιση προς μια ή την άλλη κατεύθυνση από το όριο του ορθού μέτρου είναι μεγαλύτερη. Γιατί επέρχεται η βλάβη; Επειδή χάνεται η ισορροπία. Η ισορροπία εξασφαλίζει πάντοτε σε κάθε κοσμική δομή την ευστάθια, την ισχύ και την αρμονία της. Εξασφαλίζει την υγεία και τη ζωή της.

Στο παράδειγμα των ανθρώπινων συναισθημάτων, η υστέρηση, η χλιαρότητα, η υποτονικότητα δημιουργεί σαθρότητα και αδυναμία, ενώ η υπερβολή οδηγεί σε παραφροσύνη. Ακόμα και η αγάπη, όταν ξεπεράσει κάποια όρια, γίνεται εμμονή και τρέλα.

Από την ελληνική αρχαιότητα πασίγνωστη είναι η ρήση «Μέτρον άριστον». Στη ρήση αυτή εκφράζεται ακριβώς η σοφία της συμμετρίας. Αλλά και σ΄αυτό το ρητό παρατηρείται η ίδια παρανόηση, δηλαδή η ερμηνεία του ως παραίνεση για μετριότητα. Αλλά η μετριότητα δεν παράγει ποτέ ποιότητα. Πόσα μπορείς να περιμένεις από έναν μέτριο επιστήμονα ή έναν μέτριο καλλιτέχνη; Ασφαλώς, ο μέτριος επιστήμονας ή καλλιτέχνης οφείλει να υπερβεί τη μετριότητά του, δεν υπάρχει μέτρο ή όριο στην ποιότητα ή στη γνώση. Το μέτρο έχει εφαρμογή στη βιωματική μας, και απαιτείται πράγματι σοφία για να διακρίνει κανείς το σωτήριο όριο. Αυτή η σοφία αποκτιέται με την πείρα και τη στοχαστικότητα.

Μιλώντας για βιωματική, ας χρησιμοποιήσουμε ένα παράδειγμα. Υπάρχει ένα γνωστό ρητό της εσωτερικής φιλοσοφίας: «Μην είσαι πολύ ενάρετος γιατί θα πεθάνεις». Στ΄αυτιά του αμύητου ή του συνηθισμένου αστόχαστου θρησκευόμενου αυτό ακούγεται σχεδόν βλάσφημο. Κι όμως, περιέχει πολλή σοφία, αν κατανοηθεί ορθά. Τι μας λέει λοιπόν; Ότι η υπερβολική εμμονή στην αρετή γεννάει φανατισμό και μανία. Γεννά Αλκάιντα και Τζιχάντ. Όπως παλιότερα δημιουργούσε Ιερά Εξέταση, ανισόρροπους ασκητισμούς και αισθήματα χωριστικότητας. Ο φανατισμός και η μανία σκοτώνουν το πνεύμα πρωτίστως, και δευτερευόντως το σώμα. Αν «η αμαρτία γεννάει θάνατο», το ίδιο κάνει και ο φανατισμός, αυτή η αποκρουστική αρρώστια της ψυχής.

Πολύ σωστά δηλώνεται στη Διδασκαλία ότι είναι αδύνατη οποιαδήποτε πνευματική πρόοδος χωρίς αντίληψη της συμμετρίας. Γιατί τι είναι τελικά η συμμετρία; Είναι το ορθό μέτρο. Το να μπορεί κανείς να προσμετρά γεγονότα και καταστάσεις σωστά. Να μπορεί να διακρίνει ποιο είναι το μεγάλο και ποιο το μικρό. Ποιο είναι το σημαντικό και ποιο το ασήμαντο. Ποιο είναι το επείγον και ποιο μπορεί να περιμένει. Να μπορεί να διακρίνει ακόμη μεταξύ δύο πραγμάτων ποιο είναι σπουδαιότερο, ποιο είναι πολυτιμότερο, ποιο είναι αναγκαιότερο.
Αυτή η ορθή διάκριση του μεγέθους και της σημασίας των πραγμάτων είναι ακριβώς η συμμετρία. Η ικανότητα για συμμετρία είναι προϋπόθεση της ορθής επιλογής ή των προτεραιοτήτων της ζωής. Έτσι, κατανοεί οποιοσδήποτε το γιατί η πνευματική πρόοδος είναι αδύνατη χωρίς αυτή την ιδιότητα.

Δεν πρέπει να νομίζει κανείς ότι αυτή η ιδιότητα είναι εύκολη. Πράγματι, ορισμένες φορές η διάκριση είναι εύκολη, μερικές φορές όμως είναι δύσκολη, όταν πρέπει να προσμετρηθούν μεγέθη που μοιάζουν ισάξια, και τότε προκύπτουν βασανιστικά διλήμματα.
Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις όπου διακρίνει κανείς το μείζον σε σχέση με το έλασσον, εντούτοις επιλέγει τελικά το έλασσον. Συχνό παράδειγμα είναι η σύγκριση του αιώνιου και του παροδικού. Κάθε άνθρωπος που διαθέτει πνευματική συγκρότηση κατανοεί αδίστακτα την υπεροχή του πρώτου, κι όμως παραδίνεται στο δεύτερο.
Μη βιαστεί κανείς να απορρίψει αυτή την κρίση, γιατί, αν στοχαστεί καλά και σταθεί με ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό του, θα δει ότι αυτό συμβαίνει αρκετά συχνά. Ίσως ο λόγος είναι ότι το παροδικό είναι ένα χειροπιαστό όφελος, «εδώ και τώρα» ενώ το αιώνιο είναι μακρινό και άπιαστο, και μπορεί κανείς να κάνει τη σκέψη «ας απολαύσω τώρα αυτό το δελεαστικό πράγμα που έχω μπροστά μου, γιατί θα πάρω μια άμεση -έστω και προσωρινή- ευχαρίστηση. Άλλωστε, το αιώνιο, ως αιώνιο, θα είναι πάντα εκεί, δεν χάνεται. Έχω καιρό μπροστά μου να το κυνηγήσω…»
Άλλοτε πάλι πιστεύουμε πως μπορούμε να έχουμε και τα δύο συγχρόνως, ενώ στην πραγματικότητα απαιτείται να επιλέξουμε. Τέλος, υπάρχουν φορές όπου χάνουμε το μείζον λόγω πραγματικής σύγχυσης, λόγω τύφλωσης από τη Μάγια ή Μάτριξ, τη φαινομενικότητα.

Σε κάθε περίπτωση υπάρχει απώλεια, καθυστέρηση, ίσως και οπισθοδρόμηση.
Οφείλουμε επίσης να παραδεχτούμε ότι υπάρχουν και περιπτώσεις που η επιλογή του Ανώτερου είναι ακόμη οδυνηρή. Να, ένα παράδειγμα. Είναι ο αυστηρός -μοιάζει μάλιστα σκληρός- ο λόγος του Χριστού που λέει: «Όποιος αγαπάει τον πατέρα, ή τη μητέρα ή τον/την σύζυγο ή τα τέκνα του περισσότερο από Μένα, δεν είναι άξιός Μου».
Ο Χριστός, βεβαίως, εδώ μιλάει ως εκπρόσωπος του Πνεύματος, όχι ως συγκεκριμένη προσωπικότητα. Αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό, αλλιώς θα ακουστεί όχι μόνο σαν σκληρό αλλά ακόμη και σαν εγωιστικό. Τι λέει αυτός ο Χριστικός λόγος; Λέει, απλούστατα, ότι το Πνεύμα, η πνευματικότητα, είναι υπεράνω κάθε άλλης αγάπης και πρόσδεσης, διαφορετικά το Πνεύμα γίνεται απρόσιτο.
Αν το σκεφτεί κανείς βαθύτερα, έχουμε κι εδώ τη σύγκριση -και ενδεχομένως την ανάγκη επιλογής -του Αιώνιου και του παροδικού. Επίσης, η βαθύτερη σκέψη λέει ότι σ΄αυτή τη ρήση δεν υπάρχει πραγματική σκληρότητα για το λόγο ότι η επιλογή του Πνεύματος συνιστά εν τέλει ευλογία για τα προσφιλή μας πρόσωπα. Παράδειγμα η απομάκρυνση του Βούδα από την οικογένειά του, η οποία αποδείχτηκε ευεργεσία γι΄αυτούς σε βάθος χρόνου.